23.11.15

Προβολή Ταινίας


Νέα Υόρκη, αρχές της δεκαετίας του ’80. Ο Νεντ Γουικς, ένας κυνικός μεγαλοαστός gay συγγραφέας που με το τελευταίο του μυθιστόρημα έχει στρέψει την LGBT κοινότητα εναντίον του, αρχίζει να παρατηρεί ότι φίλοι και γνωστοί του πέφτουν σιγά-σιγά, όλο και πιο γρήγορα, θύματα μιας παράξενης αρρώστιας που σύντομα χαρακτηρίζεται ως «gay καρκίνος». Αυτή είναι η στιγμή που ο Νεντ θα γνωρίσει τον Φίλιξ, δημοσιογράφο στους New York Times και οι δυο τους θα ερωτευτούν βαθειά, πιστά και αληθινά, για πρώτη φορά. Με την υποστήριξη μόνο μιας παραπληγικής γιατρού-ερευνήτριας, με το αμερικανικό κράτος της κυβέρνησης του Ρόναλντ Ρέιγκαν να αρνείται πεισματικά να κοιτάξει την επιδημία του AIDS κατάματα, πόσω μάλλον να ενισχύσει οικονομικά την αντιμετώπισή της, με μοναδικά όπλα την αγανάκτηση και τον πανικό τους βλέποντας τους φίλους και συντρόφους τους ν’ αποδεκατίζονται πριν προλάβουν να δράσουν, ο Νεντ και μια ομάδα ασύμβατων ομοφυλόφιλων θα προσπαθήσουν να οργανωθούν ακτιβιστικά, διεκδικώντας, μόνο, τη ζωή και το δικαίωμά τους στον έρωτα χωρίς την τιμωρία του θανάτου.
Ακόμα περισσότερο, το «Normal Heart» είναι μια ταινία που αναλαμβάνει, ένα σημαντικό, τριπλό ρόλο. Να υποδείξει τη δύναμη του ακτιβισμού, το πότε πρέπει και πότε όχι να φωνάξεις, να ξυπνήσεις συνειδήσεις που κοιμούνται βολικά, να διεκδικήσεις όσα δικαιούσαι, ακόμα κι αν είναι αυτονόητα. Από την άλλη πλευρά, να υπενθυμίσει αυτήν την τόσο αδικημένη γενιά του ’80 που θυσιάζοντας, πραγματικά, τη ζωή της, έκανε τη διαφορά, έκανε το μεγάλο βήμα στην απο-περιθωριοποίηση των ομοφυλόφιλων, ή, τουλάχιστον, έκανε την αρχή σε μια πορεία που συνεχίζεται ακόμα ανολοκλήρωτη. Και, τέλος, είναι ένα μεγάλο, ρομαντικό love story δυο ανθρώπων που διάλεξαν τη λάθος στιγμή για να ερωτευτούν, όταν οι συνθήκες αποκαλύφθηκαν απροσπέλαστες, όχι για τους πριν, ούτε για τους μετά, αλλά ακριβώς γι’ αυτούς. Αν τη σκηνοθεσία του «Normal Heart» είχε αναλάβει ένας πιο ρηξικέλευθος δημιουργός, θα μιλούσαμε για μεγάλο αριστούργημα. Τώρα, ας μιλάμε για ένα βαθειά συγκινητικό, καίριο must see.

16.11.15

Από την συμμετοχή του Στεκιού στην πορεία, το Σάββατο 14 Νοέμβρη, στη Λάρισα,








Την πορεία διοργάνωσαν:
Ανοιχτή συνέλευση ενάντια στα κέντρα κράτησης (Βόλος)
Αυτοδιαχειριζόμενο Κοινωνικό Στέκι ROSSONERO (Τρίκαλα)
Πρωτοβουλία αγώνα και αλληλεγγύης στους μετανάστες (Λάρισα)

με τους μετανάστες είμαστε μαζί...

Στο φράχτη του Εβρου, στον πάτο του Αιγαίου,
χτίζεται η ασφάλεια του κάθε Ευρωπαίου.

Φωτογραφίες: Θανάσης Καλλιάρας

2.11.15

Προβολή Ταινίας


Μαύρη Κωμωδία, Τρόμου | Έγχρωμη | Αγγλική | 108' |

    Οι βρυκόλακες ξύπνησαν πραγματικά διψασμένοι! Ποιος είπε ότι οι βρυκόλακες δεν έχουν πλάκα;
To "The Fearless Vampire Killers", ή "Συγγνώμη, αλλά τα δόντια σας είναι σε αυχένα μου" είναι μια κωμική-τρόμου ταινία σε σκηνοθεσία του Πολάνσκι και γράφτηκε από τον Gérard Brach και τον Πολάνσκι. Είναι επίσης γνωστό και ως "Χορός των βαμπίρ".
    ""Ήθελα να γυρίσω μια κωμωδία για βρυκόλακες, ένα θέμα ειδωμένο από την αστεία πλευρά του. Πρόθεσή μου δεν ήταν η παρωδία αλλά το στοιχείο του παραμυθιού, κάτι που μας φοβίζει, αλλά είναι ευχάριστο ταυτόχρονα. Και τα δυο αποτελούν την ατμόσφαιρα που ήθελα να δημιουργήσω. Αυτή την παιδική ανάγκη να φοβηθούμε ακίνδυνα και να γελάσουμε με τον ίδιο μας το φόβο..." - Roman Polanski
    Η περιγραφή αυτή του δαιμόνιου Πολωνού σκηνοθέτη, ταιριάζει απόλυτα στο κλίμα αυτής της καταπληκτικής ταινίας. Ο καθηγητής Αμβρόσιος, JackMacGowran πηγαίνουν στην Τρανσυλβανία για να εξοντώσει τους βρυκόλακες της περιοχής, μαζί με τον χαζό βοηθό του Άλμπερτ, Roman Polanski. Ο τελευταίος, που τρέμει τα βαμπίρ, θα ερωτευτεί τη ζουμερή κόρη του Εβραίου πανδοχέα που τους φιλοξενεί, αλλά τον προλαβαίνει ο κόμης Φον Κρόλοκ, Ferdy Mayne που την απαγάγει στον πύργο του. Οι δυο βαμπιροκυνηγοί, οπλισμένοι με σταυρούς, σκόρδα και πασσάλους θα μπουν λαθραία στον πύργο. Αρχίζει να σουρουπώνει για τη νύχτα των βρυκολάκων...
Είναι αλήθεια, ότι είναι δύσκολο να κατατάξει κανείς την ταινία σε συγκεκριμένο είδος κι αυτό γιατί συνδυάζει τρία διαφορετικά στοιχεία: το χιούμορ, τον τρόμο και την περιπέτεια, σε τόσο δίκαιες αναλογίες, αλλά και τόσο στενά περιπλεγμένα και αλληλένδετα μεταξύ τους, που τελικά κανένα από τα τρία δεν μοιάζει να βαρύνει περισσότερο.
    Ο ίδιος ο Πολάνσκι έχει πει, ότι μαζί με τον σεναριογράφο Τζέραρντ Μπραχ , είχαν παρατηρήσει, πως οι θεατές γελούσαν στη διάρκεια της προβολής ταινιών με βαμπίρ, παρά το γεγονός ότι οι ταινίες αυτές –που τότε παράγονταν σωρηδόν- δεν ήταν από πρόθεση κωμωδίες. Δηλαδή, ο Πολάνσκι και ο στενός συνεργάτης του είχαν κατ’ ουσίαν παρατηρήσει την γέννηση της έννοιας «καλτ ταινία με βαμπίρ», όπως αυτή προέκυπτε από την αυθόρμητη αντίδραση του κοινού με γέλια, βλέποντας μια ταινία που δεν είχε γυριστεί ως κωμωδία.
    Δεν έμειναν όμως σ’ αυτήν την παρατήρηση. Σκέφτηκαν, ότι δεν θα ήταν άσχημη ιδέα να προτείνουν σε αυτούς που γελούσαν, μια παρωδία ταινίας τρόμου. Ωστόσο, δεν ήθελαν να γυρίσουν μια καθαρή κωμωδία. Τους ενδιέφερε να εμπλέξουν την περιπέτεια και το φόβο για να ικανοποιήσουν και τον «παιδικό πόθο» του κοινού να νιώθει φόβο, χωρίς ταυτόχρονα να νιώθει ότι κινδυνεύει, δηλαδή τον πόθο να περιγελάς τον ίδιο σου το φόβο.
    Πολλοί αναλυτές αναφέρουν ότι με τη «Νύχτα των Βρικολάκων» ο Πολάνσκι αποτίει φόρο τιμής στις ταινίες των Εγγλέζικων Hammer studios. Τα Hammer Horror films είναι ταινίες από τις οποίες αναδείχθηκαν «μαιτρ-στο-είδος-τους», του βεληνεκούς του Κρίστοφερ Λη. Είναι τα αυθεντικότερα υποδείγματα του genre που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως «B movies πρώτης ποιότητος». Δηλαδή είναι ταινίες που χαρακτηρίζονται ως B movies μόνο λόγω της αθωότητας της «αφελούς» θεματολογίας τους (η οποία «αντλεί την έμπνευση της» κυρίως από τη βαθιά δεξαμενή του τρόμου) και όχι εξαιτίας μιας φτηνής και ατημέλητης παραγωγής.
    Η «Νύχτα των Βρικολάκων» είναι ίσως η ταινία που συνδυάζει τα περισσότερα βαμπίρ με το λιγότερο αίμα. Ακόμα και οι τρυπούλες που αφήνουν οι κυνόδοντες του Κόμη Φον Κρόλοκ στο λαιμό των θυμάτων είναι τόσο κομψά αναίμακτες. Εξίσου σημαντική είναι και η μουσική του Κριστόφ Κομέντα, που ήταν τακτικός συνεργάτης του Πολάνσκι. Σε ορισμένες στιγμές γίνεται τόσο απόκοσμη, που προκαλεί ανατριχίλα ακόμα και σε «έμπειρους θεατές θρίλερ»."